ὀρφοβότης

From LSJ
Revision as of 07:25, 13 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

μωρία δίδωσιν ἀνθρώποις κακά → Inepta mens hominibus impertit mala → Die Torheit gibt den Menschen Unglück zum Geschenk

Menander, Monostichoi, 224
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀρφοβότης Medium diacritics: ὀρφοβότης Low diacritics: ορφοβότης Capitals: ΟΡΦΟΒΟΤΗΣ
Transliteration A: orphobótēs Transliteration B: orphobotēs Transliteration C: orfovotis Beta Code: o)rfobo/ths

English (LSJ)

ου, ὁ,    A = ὀρφανοτρόφος, and ὀρφο-βοτία, ἡ, the care or education of orphans, Hsch., who also cites ὤρφωσεν (fr. ὀρφόω) for ὠρφάνισεν.

German (Pape)

[Seite 389] ὁ, für ὀρφανοβότης, = ὀρφανοτρόφος, Hesych. erkl. ἐπίτροποι ὀρφανῶν.

Greek (Liddell-Scott)

ὀρφοβότης: -ου, ὁ, = ὀρφανοτρόφος, καὶ ὀρφοβοτία, ἡ, ἡ φροντὶς καὶ ἀγωγὴ ὀρφανῶν, Ἡσύχ., ὅστις μνημονεύει καὶ ὤρφωσεν ὅπερ ἑρμηνεύει: ὠρφάνισεν.

Greek Monolingual

ὀρφοβότης, ὁ (Α)
(κατά τον Ησύχ.) επίτροπος ορφανών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀρφος (βλ. λ. ορφανός) + -βότης (< βόσκω), πρβλ. ιππο-βότης].