Λιμῷ γὰρ οὐδέν ἐστιν ἀντειπεῖν ἔπος → Famem adeo responsare nil contra datur → Erfolgreich widerspricht dem Hunger nicht ein Wort
Full diacritics: ὀσταναβολεύς | Medium diacritics: ὀσταναβολεύς | Low diacritics: οσταναβολεύς | Capitals: ΟΣΤΑΝΑΒΟΛΕΥΣ |
Transliteration A: ostanaboleús | Transliteration B: ostanaboleus | Transliteration C: ostanavoleys | Beta Code: o)stanaboleu/s |
έως, ὁ, and ὀστανα-λᾰβεύς, έως, ὁ, names of surgical instruments, Hermes 38.284 (- A boleos cod.), 282 (-λαβες cod.).
ὀσταναβολεύς, -έως, ὁ (Α)
ονομασία χειρουργικού εργαλείου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀστέον / ὀστοῦν + ἀναβολευς «είδος χειρουργικού εργαλείου»].