Κακῷ σὺν ἀνδρὶ μηδ' ὅλως ὁδοιπόρει → Hominem malignum nec viae comitem cape → Nimm einen Schurken nie zum Wegbegleiter dir
ἄνδιχα (Α)1. επίρρ. σε δύο κομμάτια, δύο μέρη, χωριστά2. πρόθ. δίχως, χωρίς.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ανά + δίχα.