οιυποστηρίγματα του σκελετού αρχαϊκής άμαξας, μέσα στα οποία στρέφονταν τα άκρα τών αξόνων.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < άμαξα + πόδες, πληθ. του ουσ. πους, ποδός].