αμφαλλάξ
From LSJ
κατὰ τὸ φιλόκαλον πειραθέντα κατανοῆσαι → see by working out the calculation
Greek Monolingual
ἀμφαλλάξ επίρρ. (Α)
εναλλάξ, εκ περιτροπής.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἀμφ(ι)- + επίρρ. ἀλλὰξ ή απευθείας από το ἀμφαλλάσσω.
κατὰ τὸ φιλόκαλον πειραθέντα κατανοῆσαι → see by working out the calculation
ἀμφαλλάξ επίρρ. (Α)
εναλλάξ, εκ περιτροπής.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἀμφ(ι)- + επίρρ. ἀλλὰξ ή απευθείας από το ἀμφαλλάσσω.