μηλοδροπῆες

From LSJ
Revision as of 15:20, 30 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

οὐδ' ἄμμε διακρινέει φιλότητος ἄλλο, πάρος θάνατόν γε μεμορμένον ἀμφικαλύψαι → nor will anything else divide us from our love before the fate of death enshrouds us (Apollonius of Rhodes, Argonautica 3.1129f.)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μηλοδροπῆες Medium diacritics: μηλοδροπῆες Low diacritics: μηλοδροπήες Capitals: ΜΗΛΟΔΡΟΠΗΕΣ
Transliteration A: mēlodropē̂es Transliteration B: mēlodropēes Transliteration C: milodropies Beta Code: mhlodroph=es

English (LSJ)

Aeol. μᾱλ-, οἱ, A applegatherers, Sapph.93.

Greek (Liddell-Scott)

μηλοδροπῆες: Δωρ. μᾱλ-, οἱ, οἱ συλλέγοντες μῆλα, Σαπφὼ 94.

Greek Monolingual

μηλοδροπῆες, -ων, αιολ. τ. μαλοδροπῆες, οἱ (Α)
αυτοί που κόβουν, που μαζεύουν μήλα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μῆλον (Ι) + -δροπῆες (< δρέπω «μαζεύω»)].