οἰστροπλάνεια

From LSJ
Revision as of 16:25, 30 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

Ζήτει γυναῖκα σύμμαχον τῶν πραγμάτων → Quaere adiuvamen rebus uxorem tuis → Als Partnerin im Leben such dir eine Frau

Menander, Monostichoi, 199
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: οἰστροπλάνεια Medium diacritics: οἰστροπλάνεια Low diacritics: οιστροπλάνεια Capitals: ΟΙΣΤΡΟΠΛΑΝΕΙΑ
Transliteration A: oistropláneia Transliteration B: oistroplaneia Transliteration C: oistroplaneia Beta Code: oi)stropla/neia

English (LSJ)

[πλᾰ], ἡ, A causing the wanderings of madness, epith. of Hecate, PMag.Par.1.2868.

Greek (Liddell-Scott)

οἰστροπλάνεια: ἐπίθετ. Σελήνης, Ὕμν. ἐκδ. ὑπὸ Miller ἐν Mél. de litter gr. σ. 455.

Spanish

que empuja a la locura

Greek Monolingual

οἰστροπλάνεια, ἡ (Α)
(για την Εκάτη) αυτή που προκαλεί περιπλανήσεις οι οποίες οφείλονται σε παραφροσύνη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < οἶστρος + πλανῶμαι].