προβαταία

From LSJ
Revision as of 21:25, 30 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

μαλακίζομαι πρὸς τὸν θάνατον → meet death like a weakling

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προβᾰταία Medium diacritics: προβαταία Low diacritics: προβαταία Capitals: ΠΡΟΒΑΤΑΙΑ
Transliteration A: probataía Transliteration B: probataia Transliteration C: provataia Beta Code: probatai/a

English (LSJ)

ἡ, A = ὠκιμοειδές, Ps.-Dsc.4.28.

Greek (Liddell-Scott)

προβᾰταία: ἡ, ἕτερον ὄνομα τοῦ φυτοῦ ὠκιμοειδές, Διοσκ. (ἐκ τῶν νόθων) 4. 28.

Greek Monolingual

ἡ, Α
το φυτό ωκιμοειδές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πρόβατον + κατάλ. -αία (πρβλ. δαφν-αία)].