συνεπικλίνω

From LSJ
Revision as of 10:55, 31 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

φιλοσοφίαν καινὴν γὰρ οὗτος φιλοσοφεῖ → this man adopts a new philosophy

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνεπικλίνω Medium diacritics: συνεπικλίνω Low diacritics: συνεπικλίνω Capitals: ΣΥΝΕΠΙΚΛΙΝΩ
Transliteration A: synepiklínō Transliteration B: synepiklinō Transliteration C: synepiklino Beta Code: sunepikli/nw

English (LSJ)

[ῑ], A incline at the same time, Gal.6.151 (Pass.), Dam.Pr.168.

Greek Monolingual

Α ἐπικλίνω
κλίνω προς άλλο σημείο από κοινού ή ταυτοχρόνως με άλλον.

Greek Monolingual

Α ἐπικλίνω
κλίνω προς άλλο σημείο από κοινού ή ταυτοχρόνως με άλλον.