συντέλεσμα

From LSJ
Revision as of 11:00, 31 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

Ἐν νυκτὶ βουλὴ τοῖς σοφοῖσι γίγνεται → A nocte sapiens capere consilium solet → Die Weisen überkommt des Nachts ein guter Plan

Menander, Monostichoi, 150
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συντέλεσμα Medium diacritics: συντέλεσμα Low diacritics: συντέλεσμα Capitals: ΣΥΝΤΕΛΕΣΜΑ
Transliteration A: syntélesma Transliteration B: syntelesma Transliteration C: syntelesma Beta Code: sunte/lesma

English (LSJ)

ατος, τό, A joint contribution, Al.Esdr.4.13, PLips.64.39 (iv A.D.). II completion, Brut.Ep. Praef. III solution of a problem, ἡ τετρακτὺς πρὸς πολλὰ διατείνει φυσικὰ σ. Porph.VP20.

Greek (Liddell-Scott)

συντέλεσμα: τό, κοινὴ συνδρομή, συνεισφορά, Ἔσδρ. Δευτερ. Δ΄,13 (Συμπλ.). ΙΙ. συμπλήρωσις, Βρούτ. Ἐπιστ. ἐν Προοιμ.

Greek Monolingual

τὸ, Α συντελῶ
1. συνεισφορά
2. συμπλήρωση
3. λύση προβλήματος.