ἑκατόντανδρος
From LSJ
γυναικόφρων γὰρ θυμὸς ἀνδρὸς οὐ σοφοῦ → it's an unwise man who shows a woman's spirit
English (LSJ)
ον, A consisting of 100 men, λοχαγία Jul.Ep.180.
German (Pape)
[Seite 752] von hundert Mann, Iulian ep. 24.
Greek (Liddell-Scott)
ἑκᾰτόντανδρος: -ον, ἀποτελούμενος ἐξ ἑκατὸν ἀνδρῶν, ἑκατόντανδρον λοχαγίαν Ἰουλιαν. Ἐπιστ. 24.
Spanish (DGE)
-ον
formado por cien hombres λοχαγία Iul.Ep.180.396b.