θεσμοφυλάκιον
From LSJ
Κύριε, σῶσον τὸν δοῦλον σου κτλ. → Lord, save your slave ... (mosaic inscription from 4th cent. church in the Negev)
English (LSJ)
v. θεσμοφύλαξ.
Greek Monolingual
θεσμοφυλάκιον, τὸ (Α) θεσμοφύλαξ
το γραφείο τών θεσμοφυλάκων.