μαχατάς
From LSJ
γράμματα στικτὰ οὐ ποιήσετε ἐν ὑμῖν· ἐγώ εἰμι κύριος ὁ θεὸς ὑμῶν → you shall not make tattooed signs on yourselves; I am your Lord God
English (LSJ)
Doric for μαχητής.
English (Slater)
μαχατάς
1 warrior καὶ μὰν ἁ Σαλαμίς γε θρέψαι φῶτα μαχατὰν δυνατός (N. 2.13) δουρὶ Περικλυμένου πρὶν νῶτα τυπέντα μαχατὰν θυμὸν αἰσχυνθῆμεν (N. 9.26) μαχατὰν αἰνέων Μελέαγρον (I. 7.31)
Greek Monolingual
μαχατάς, ὁ (Α)
(δωρ.τ.) βλ. μαχητής.
Greek Monotonic
μᾰχᾱτάς: Δωρ. αντί μαχητής.
Russian (Dvoretsky)
μᾰχᾱτάς: οῦ (τᾱ) adj. m дор. = μαχητής I.