Κακῷ σὺν ἀνδρὶ μηδ' ὅλως ὁδοιπόρει → Hominem malignum nec viae comitem cape → Nimm einen Schurken nie zum Wegbegleiter dir
Full diacritics: θεόπνους | Medium diacritics: θεόπνους | Low diacritics: θεόπνους | Capitals: ΘΕΟΠΝΟΥΣ |
Transliteration A: theópnous | Transliteration B: theopnous | Transliteration C: theopnous | Beta Code: qeo/pnous |
-ουν, contr. from θεόπνοος.
θεόπνους, -ουν και -οος, -οον (AM)
ο θεόπνευστος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θεο- + -πνους (< -πνοος < πνοή < πνέω), πρβλ. ημί-πνους, σύμ-πνους].