γιδοκοπή
From LSJ
Ξένῳ μάλιστα συμφέρει τὸ σωφρονεῖν → Bene se modeste gerere peregrinum decet → Den größten Nutzen bringt dem Gast Bescheidenheit
και γιδοκόπι, το
κοπάδι γιδιών.
[ΕΤΥΜΟΛ. γιδοκοπή < γίδα + κοπή «κοπάδι»
γιδοκόπι < γίδα + -κόπι (πρβλ. μεθοκόπι, φωνοκόπι)].