ἄνω ποταμῶν ἱερῶν χωροῦσι παγαί → the springs of sacred rivers flow upward, backward to their sources flow the streams of holy rivers
λοξονοῶ, -έω (Μ)
έχω στραβές σκέψεις, δεν σκέπτομαι ορθά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < επίρρ. λοξῶς + νοῶ (πρβλ. κατα-νοώ, ομο-νοώ)].