Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

κρηναίος

From LSJ
Revision as of 18:41, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. $3$5, $8$10")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Θεὸν σέβου καὶ πάντα πράξεις εὐθέως (ἐνθέως) → Verehre Gott und alles schaffst du auf der Stell (gotterfüllt) → Verehre Gott, sogleich hast du durchweg Erfolg

Menander, Monostichoi, 229

Greek Monolingual

-α, -ο (Α κρηναῖος και κρηνιαῖος, -αία, -ον, θηλ. και κρηνιάς)
αυτός που προέρχεται από κρήνη («τυγχάνει δὲ καὶ ἄλλο σφι ὕδωρ κρηναῖον ἐόν», Ηρόδ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < κρήνη + κατάλ. -αῖος (πρβλ. αγοραίος, μοιραίος). Ο τ. κρηνιάς < κρήνη + επίθημα -ιάς (πρβλ. ορεστ-ιάς, ποντ-ιάς)].