συγκατολισθάνω
From LSJ
ἀμείνω δ' αἴσιμα πάντα (Odyssey VII.310 / XV.71) → all things are better in moderation
English (LSJ)
slip and fall together, D.S.1.30.
Greek Monolingual
και συγκατολισθαίνω Α κατολισθάνω
γλιστρώ και εγώ μαζί με άλλους.
Greek Monolingual
και συγκατολισθαίνω Α κατολισθάνω
γλιστρώ και εγώ μαζί με άλλους.