ἐνάγιος
From LSJ
Σύμβουλος οὐδείς ἐστι βελτίων χρόνου → Consultor homini tempus utilissimus → Kein besserer Berater zeigt sich als die Zeit
English (LSJ)
α, ον, under a curse, Χρόνοι PMag.Par.1.844.
Greek Monolingual
ἐνάγιος, -α, -ον (Α)
αυτός που βρίσκεται κάτω από κατάρα, καταραμένος, αφορισμένος («ἐνάγιοι χρόνοι»).