ἀνακαμπτικός

From LSJ
Revision as of 10:12, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

Σοφὸς γὰρ οὐδείς, ὃς τὰ πάντα προσκοπεῖ → Omnia vel sapiens nemo est, qui prospexerit → Denn keinen Weisen gibt's, der alles sieht vorher

Menander, Monostichoi, 486
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνακαμπτικός Medium diacritics: ἀνακαμπτικός Low diacritics: ανακαμπτικός Capitals: ΑΝΑΚΑΜΠΤΙΚΟΣ
Transliteration A: anakamptikós Transliteration B: anakamptikos Transliteration C: anakamptikos Beta Code: a)nakamptiko/s

English (LSJ)

ή, όν, returning, διαυλωνισμός Eust.1107.63.

German (Pape)

[Seite 191] umbiegend, Eust.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνακαμπτικός: -ή, -όν, ὁ ἀνακάμπτων, Εὐστ. Ἰλ. σ. 1107.

Spanish (DGE)

-ή, -όν que da la vuelta, διαυλωνισμός Eust.1107.64.

Greek Monolingual

-ή, -ό (Μ ἀνακαμπτικός, -ή, -όν) ἀνακάμπτω
αυτός που επιφέρει ή επαναφέρει κάμψη.