ὀγδοημόριον
From LSJ
Κύριε, βοήθησον τὸν δοῦλον σου Νῖλον κτλ. → Lord, help your slave Nilos ... (mosaic inscription from 4th-cent. church in the Negev)
English (LSJ)
τό, eighth part, Inscr. Délos504A 12 (iii B. C.), Theol.Ar.4, Mnesith. Cyz. ap. Orib.inc.15.12 :—also ὀγδοή-μορον, τό, IG11(2).203 A59,71 (Delos, iii B. C.), PSI6.595.7(iii B. C.).
Greek Monolingual
ὀγδοημόριον και ὀγδοήμορον, τὸ (Α)
το ένα όγδοο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὄγδοος + μόριον (πρβλ. δεκατη-μόριον, τριτη-μόριον). Το -η- του τ. οφείλεται σε μετρικούς λόγους].