Νίκησον ὀργὴν τῷ λογίζεσθαι καλῶς → Ratione rem putando vince irae impetum → Besiege deinen Zorn durch deines Denkens Kraft
αβαρής, -ές (< βαρός),
without weight; metaph. (MM, VGT, s.v.) not burdensome: II Co 11:9.†
-ές και άβαρος, -η, -ο (Α ἀβαρής, -ές) βάρος
ο χωρίς βάρος ή αυτός που έχει μικρό βάρος, ο ελαφρύς
νεοελλ.
άμυαλος, ασύνετος
αρχ.
ο μη φορτικός, ο μη ενοχλητικός.