γυμνοπαιδική
From LSJ
ἔκστασίς τίς ἐστιν ἐν τῇ γενέσει τὸ παρὰ φύσιν τοῦ κατὰ φύσιν → what is contrary to nature is any developmental aberration from what is in accord with nature (Aristotle, On the Heavens 286a19)
English (LSJ)
(sc. ὄρχησις), ἡ, dance of naked boys, Ath.14.630d: pl., Phld Mus.p.15K.
Spanish (DGE)
-ῆς, ἡ
danza de jóvenes desnudos en la que se imitaban rítmicamente los movimientos de la lucha ἔοικεν δὲ ἡ γ. τῇ καλουμένῃ ἀναπάλῃ Ath.631b, cf. 630d, προσῆχθα[ι] δὲ τὴν μουσικὴν καὶ πρ[ὸς τ] ὰς χορικὰς [ὀρχ] ήσεις τῶν τε γυμνοπαι[δικ] ῶν Phld.Mus.1.30.7.
German (Pape)
[Seite 509] ἡ, sc. ὄρχησις, eine Arternster Tanz, von nackten Tänzern, Ath. XIV, 630 d ἐν ᾗ ὁρᾶται τὸ βαρὺ καὶ σεμνόν.
Greek Monolingual
γυμνοπαιδική, η (Α)
χορός γυμνών αγοριών.