μικροληψία

From LSJ
Revision as of 14:35, 3 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")

Ὥς ἐστ' ἄπιστος (ἄπιστον) ἡ γυναικεία φύσις → Muliebris o quam sexus est infida res → Wie unverlässlich ist die weibliche Natur

Menander, Monostichoi, 560
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μικροληψία Medium diacritics: μικροληψία Low diacritics: μικροληψία Capitals: ΜΙΚΡΟΛΗΨΙΑ
Transliteration A: mikrolēpsía Transliteration B: mikrolēpsia Transliteration C: mikrolipsia Beta Code: mikrolhyi/a

English (LSJ)

ἡ, acceptance of small presents, Plb.5.90.5.

German (Pape)

[Seite 184] ἡ, das Annehmen kleiner Geschenke, Pol. 5, 90, 5.

Russian (Dvoretsky)

μῑκροληψία:принятие маленьких подарков Polyb.

Greek (Liddell-Scott)

μῑκροληψία: ἡ, τὸ δέχεσθαι ἢ λαμβάνειν μικρὰ δῶρα, Πολύβ. 5. 90, 5.

Greek Monolingual

μικροληψία, ἡ (Α)
το να λαμβάνει κανείς μικρά, ευτελή δώρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μικρ(ο)- + -ληψία, μέσω ενός αμάρτυρου μικρολήπτης].