ῥᾴδιον φθείρειν φαρμακεύσεσιν ἢ ἀποτροπαῖς ἢ καὶ κλοπαῖς → easy to spoil by means of sorcery or diverting or theft
subs.
Use P. πλέγμα, τό. A network of: use V. περιβολαί, αἱ (gen.), περιπτυχαί, αἱ (gen.), ἀμφίβληστρα (gen.).