Ἔρως, ὅ κατ' ὀμμάτων στάζεις πόθον → Eros who drips desire into the eyes
ἐνάγχως: επίρρ., (ἄγχι), μόλις τώρα, πριν από λίγο, προσφάτως, σε Αριστοφ., Πλάτ.
recientemente, últimamente