μεταπεσσεύω

Revision as of 09:55, 13 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "εῑ" to "εῖ")

English (LSJ)

Att. μεταπεττεύω, move as in the game of draughts, τινα dub. in Pl.Com.124:—Pass., Pl.Min.316c.

German (Pape)

[Seite 152] att. -πεττεύω, die Steine im Brettspiel umsetzen, anders setzen, übh. umändern, im pass., Plat. de lege 316 c u. a. Sp., wie Aristaen. 1, 23.

Greek (Liddell-Scott)

μεταπεσσεύω: Ἀττ. -πεττεύω, κινῶ, μετακικῶ, ὡς ἐν τῷ παιγνιδίῳ τῶν πεσσῶν (τῆς «ντάμας»), τινὰ Πλάτ. Κωμ. ἐν «Πρέσβεσι» 2· παθ., Πλάτ. Μίνως 316C· - οὐσιαστ., -πέττευσις, εως, ἡ, Νικήτ. Χων. 292Α.

Greek Monolingual

μεταπεσσεύω (ΑΜ, Α αττ. τ. μεταπεττεύω)
1. κινώ ή μεταθέτω, όπως στο παιχνίδι τών πεσσών, μετακινώ
2. μεταβάλλω («ἦγεν ὡς ᾑρεῖτο πάντα καὶ μετεπέττευεν», Νικ. Χων.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < μετ(α)- πεσσεύω «αλλάζω τη θέση τών πεσσών»].