digamma
κόραξ δ' ἐπαίνῳ καρδίην ἐχαυνώθη → the flattered crow was filled with pride, the flattered crow became elate in heart
Contents
Latin > German (Georges)
digamma, n. indecl. (δίγαμμα) u. digamma, ae, f. u. digammon, ī, n. (δίγαμμον, sc. στοιχειον) u. digammos, ī, f. (mit u. ohne littera), I) das äolische Doppelgamma(Ϝ), das man den Vokalen besonders vorsetzte, oft bei Gramm., vollst. Aeolicum digamma, Quint. u.a. Gramm. – Der Kaiser Klaudius wollte es statt des V einführen, aber umgekehrt, wie: serϜus = servus, Quint. 1, 7, 27; vgl. Tac. ann. 11, 14. – II) scherzhaft (meton.) = Zinsbuch, wegen der Aufschrift Fenus, das mit einem Digamma anfängt, tuum digamma videram, Cic. ad Att. 9, 9, 4. – / Über die verschiedenen Formen s. Neue-Wagener Formenl.3 1, 861 f. u. Georges Lexik. d. lat. Wortf. S. 215.
Spanish > Greek
Wikipedia EN
Digamma, waw, or wau (uppercase: Ϝ, lowercase: ϝ, numeral: ϛ) is an archaic letter of the Greek alphabet. It originally stood for the sound /w/ but it has remained in use principally as a Greek numeral for 6. Whereas it was originally called waw or wau, its most common appellation in classical Greek is digamma; as a numeral, it was called episēmon during the Byzantine era and is now known as stigma after the Byzantine ligature combining σ-τ as ϛ.
Digamma or wau was part of the original archaic Greek alphabet as initially adopted from Phoenician. Like its model, Phoenician waw, it represented the voiced labial-velar approximant /w/ and stood in the 6th position in the alphabet between epsilon and zeta. It is the consonantal doublet of the vowel letter upsilon (/u/), which was also derived from waw but was placed near the end of the Greek alphabet. Digamma or wau is in turn the ancestor of the Latin letter F. As an alphabetic letter, it is attested in archaic and dialectal ancient Greek inscriptions until the classical period.
The shape of the letter went through a development from Greek Digamma oblique.svg through Greek Digamma 05.svg, Greek Digamma angular.svg, Greek Digamma cursive 01.svg, Greek Digamma cursive 02.svg to Greek Digamma cursive 05.svg or Greek Digamma cursive 06.svg, which at that point was conflated with the σ-τ ligature Greek Digamma cursive 07.svg. In modern print, a distinction is made between the letter in its original alphabetic role as a consonant sign, which is rendered as "Ϝ" or its modern lowercase variant "ϝ", and the numeric symbol, which is represented by "ϛ". In modern Greek, this is often replaced by the digraph στ.
Wikipedia EL
Το δίγαμμα (Ϝ ϝ σε αρχαίες επιγραφές, μεταγενέστερα Ϛ ϛ μόνο ως αριθμός) πιθανώς ονομαζόμενο ως ϝαῦ (βαυ, ΔΦΑ: wau) αρχικά, ήταν το έκτο γράμμα σε πρώιμες μορφές του ελληνικού αλφαβήτου. Η φωνητική αξία του ήταν ένας ασθενής διχειλικός συμφωνικός φθόγγος, όπως το αγγλικό w (w). Ο φθόγγος αυτός υπέστη σίγαση νωρίς – πριν τον 8ο αιώνα π.Χ. – στις Ιωνικές και Αττικές διαλέκτους της αρχαίας ελληνικής, αλλά διατηρήθηκε για περισσότερο χρόνο σε άλλες διαλέκτους. Το γράμμα Ϝ εμφανίζεται σε επιγραφές μέχρι τον 4ο αιώνα π.Χ.
Πιθανολογείται ότι το αρχικό όνομα του γράμματος ήταν "ϝαῦ" ([wau]), κατά τη φωνητική του αξία και το ανάλογο φοινικικό γράμμα ουάου. Τη μεταγενέστερη ονομασία "δίγαμμα" οφείλει στο σχήμα του (δις + γάμμα – διττό, διπλό, δύο φορές γάμμα).
Την ύπαρξη του δίγαμμα στον Όμηρο κατέδειξε ο Άγγλος φιλόλογος Μπέντλεϊ, εξηγώντας πλήθος μετρικών ανωμαλιών και χασμωδιών στη γλώσσα των ομηρικών επών, που οφείλονταν στην απουσία του γράμματος κατά τη καταγραφή των επών με το κλασσικό ευκλείδειο αλφάβητο των 24 γραμμάτων (σε χρήση από το 403 π.Χ. μέχρι σήμερα) που δεν περιείχε πλέον το δίγαμμα.
Στην παμφυλική διάλεκτο υπήρχε άλλο ένα γράμμα με αξία επίσης παρόμοια με το [v] ή [w], αλλά ξεχωριστό από το δίγαμμα, που είχε τη μορφή Ͷ και ενίοτε αναφέρεται σαν "παμφυλιακό δίγαμμα" σήμερα.
Στην τσακωνική γλώσσα ακούγονται μέχρι και σήμερα σε ορισμένες λέξεις απομεινάρια του αρχαίου αυτού φθόγγου που προφέρεται σήμερα [v].
Στο ελληνικό σύστημα αρίθμησης το δίγαμμα, αφού ήταν έκτο στο αλφάβητο, συμβόλιζε τον αριθμό 6. Όταν αποβλήθηκε από το αλφάβητο, παρέμεινε σε χρήση με αυτήν την αριθμητική αξία. Κατά τον Μεσαίωνα υπέστη σύγχυση με το σύμπλεγμα στίγμα ("ϛ" = "στ"), του οποίου η τότε μορφή ήταν ίδια με τη μικρογράμματη μορφή του δίγαμμα και που εξακολουθεί να χρησιμοποιείται για τον αριθμό 6 μέχρι σήμερα.
Το δίγαμμα, καθώς είχε διατηρηθεί στη μορφή του ελληνικού αλφαβήτου που χρησιμοποιήθηκε στην Κάτω Ιταλία, διατηρήθηκε και στο λατινικό που προέκυψε από αυτό, ως F f στην αντίστοιχη θέση (6ο) με το αρχαίο ελληνικό αλφάβητο.
Wikipedia FR
Digamma [(capitale: Ϝ, minuscule: ϝ) en grec δίγαμμα, c'est-à-dire gamma double] est une lettre archaïque de l'alphabet grec. Dérivé de la lettre wāu Phoenician waw.svg de l'alphabet phénicien, a été utilisée pour transcrire la consonne /w/ héritée de l’indo-européen commun. Il est l'ancêtre de la lettre F de l'alphabet latin. Appelé simplement « wau » dans les alphabets grecs archaïques, il note le son /w/ et est placé en 6e position, entre l'epsilon et le zêta. Son usage est attesté jusqu'à l'époque classique ; il cesse d'être utilisé lorsque le son /w/ disparaît de la langue grecque.
L'usage du digamma persiste dans la numération grecque où il désigne le nombre 6 ; tracé plus simplement Koppa intermediaire.png en onciale médiévale, il s'est confondu avec le stigma, ϛ, dont le tracé est semblable.
Translations
als: ϝ; arc: ϝ; ar: ديغما; ast: digamma; bar: digamma; be_x_old: дыгама; be: дыгама; bg: дигама; br: fau; ca: digamma; ckb: واو; cs: digama; cy: fau; da: digamma; de: Digamma; el: δίγαμμα; en: digamma; eo: digamo; es: ϝ; et: digamma; eu: vau; ext: digama; fa: واو; fi: digamma; fr: digamma; gd: fau; gl: digamma; he: דיגמא; hu: digamma; id: digama; is: dígamma; it: digamma; ja: ϝ; ko: ϝ; ku: wau; kv: дигамма; la: digamma; lt: digama; lv: digamma; mr: वाउ; nl: digamma; nn: digamma; no: digamma; oc: digamma; pl: digamma; pt: ϝ; ro: digama; ru: дигамма; simple: digamma; sk: digama; sl: digama; sv: digamma; sw: digamma; th: เวา; tr: digama; uk: дигамма; vi: digamma; war: digamma; wuu: ϝ; zh_min_nan: ϝ; zh_yue: ϝ; zh: ϝ