τειχοσεισμοποιός

From LSJ
Revision as of 15:15, 15 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (CSV import)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

ξυνῆλθεν ἀτταγᾶς τε καὶ νουμήνιος → birds of a feather flock together, the francolin and the new-moon bird get together

Source

Spanish

causante de seísmos que destruyen murallas

Greek Monolingual

-όν, Α
αυτός που προκαλεί σεισμό στο τείχος, σεισμό τόσο ισχυρό ώστε να γκρεμίζει τείχος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τεῖχος + σεισμοποιός].

Léxico de magia

-όν causante de seísmos que destruyen murallas de Tifón κραταιὲ Τυφῶν, ... πετρεντινάκτα, τειχοσεισμοποιέ, κοχλαζοκύμων poderoso Tifón, golpeador de rocas, causante de seísmos que destruyen murallas, que agitas las olas P IV 183