Οὐκ ἔστι λύπης χεῖρον ἀνθρώποις κακόν → Maerore nullum hominibus est peius malum → für Menschen gibt's kein größres Leid als Traurigkeit
συνωμότις: -ιδος, θηλ. τοῦ συνωμότης, Νικήτ. Χρον. 340D.
-ιδος, ἡ, Μ
βλ. συνωμότης.
ιδος, ἡ, fem. von συνωμότης, Nicet.