αἰνιγματίας
From LSJ
Τὶ δὲ σὺ διά τὸν Θεὸν δύνασαι ἀρνηθῆναι; Οἷον δὲ μέτρον ἀγάπης τῶν ἀγαπώντων σε ἐστί; (Χρύσανθος Καταπόδης, Σχολὴ Ζωῆς) → ?
English (LSJ)
ου, ὁ, = αἰνιγματιστής, D.S.5.31.
Spanish (DGE)
-ου, ὁ que habla en enigmas D.S.5.31.
Greek (Liddell-Scott)
αἰνιγματίας: -ου, ὁ = αἰνιγματιστής, ὁ δι᾿ αἰνιγμάτων λαλῶν, Διόδ. 5. 31.
Russian (Dvoretsky)
αἰνιγμᾰτίας: ου ὁ говорящий загадками или говорящий иносказательно (βραχυλόγος καὶ αἰ. Diod.).