ἀλλὰ πάνυ ἑτοίμως παρορᾷς → but you quite purposely see wrongly
ὀχετοκράνιον, τὸ (Α) οχετόκρανονυποκορ. του οχετόκρανον.
τό, = ὀχετόκρανον, EM.