ἀδικία ἕξις ὑπεροπτικὴ νόμων → injustice: the state of despising the laws
Διϊπόλια: τά = Διπόλια.
τά, und Διϊπόλεια, zusammengezogen Διπόλια, altes Fest des Zeus Polieus in Athen, Antiph. II δ 9; Ar. Pax 420; Vetera Lexica.