ἀκροθινιάζομαι

Revision as of 10:36, 30 November 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) ([a-zA-ZÀ-ÿŒ'œ ]+), ([a-zA-ZÀ-ÿŒ'œ ]+)\.<br" to "$1 $2, $3.<br")

English (LSJ)

take the spoils, pick out for oneself, E.HF 476, cf. Dionys.Trag.1:—Act. in Hsch.

Spanish (DGE)

(ἀκροθῑνιάζομαι)
• Morfología: [tard. act., Hsch.]
tomar como botín escogido νύμφας E.HF 476, ἀπαρχάς Dionys.Trag.1.

German (Pape)

[Seite 83] als Bestes auserwählen, νύμφας Eur. Herc. F. 470; ἀπαρχάς Ath. IX, 401 f.

French (Bailly abrégé)

1 choisir comme prémices;
2 offrir comme prémices, sacrifier.
Étymologie: ἀκροθίνιον.

Russian (Dvoretsky)

ἀκροθῑνιάζομαι: выбирать в качестве лучшего (τινα Eur.).

Greek (Liddell-Scott)

ἀκροθῑνιάζομαι: ἀποθ., λαμβάνω τὰ ἀκροθίνια, λαμβάνω τὸ κάλλιστον μέρος, ἐκλέγω δι’ ἐμαυτόν, Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 476.

Greek Monolingual

ἀκροθινιάζομαι (Α) ἀκροθίνιον
διαλέγω για τον εαυτό μου το ανώτερο, το καλύτερο μέρος από κάτι.

Greek Monotonic

ἀκροθῑνιάζομαι: αποθ. (ἀκροθίνια), παίρνω το καλύτερο μέρος, διαλέγω, ξεχωρίζω για τον εαυτό μου, σε Ευρ.

Middle Liddell

[ἀκροθίνια]
to take of the best, pick out for oneself, Eur.