διήλθομεν διὰ πυρὸς καὶ ὕδατος → we went through fire and water, we have gone through fire and water
το (Α ἀνθρωπάριον) (υποκορ. του άνθρωπος)1. μικρογραφία ανθρώπου, ανδρείκελο2. μτφ. ανθρωπάκι, ανθρωπάκος (με μειωτική σημασία).