Ἴσον θεῷ σου τοὺς φίλους τιμᾶν θέλε → Honora amicos tamquam honorares deos → Verehre willig deine Freunde Göttern gleich
οἰκητήρ, -ῆρος, ὁ, θηλ. οἰκήτειρα (Α)
κάτοικος («οἰκητῆρα τόπων τῶν ἐνθάδε», Σοφ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < οἰκῶ + επίθημα -τήρ (πρβλ. κοσμητήρ, κινητήρ)].