εὖ γοῦν θίγοις ἂν χερνίβων → well could you, of course, handle holy vessels
ὁ, Ααυτός που κατοικεί στα δάση.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὕλη + κάτοικος (πρβλ. οὐρανοκάτοικος)].