ἀλωπεκίζω πρὸς ἑτέραν ἀλώπεκα → Greek meets Greek | with the fox, be a fox
-ον, Ααυτός που αποδίδει κάθε ήχο.[ΕΤΥΜΟΛ. < παντ(ο)- + -φωνος (< φωνή), πρβλ. πολύφωνος].