νῦν δ' ἐχθρὰ πάντα, καὶ νοσεῖ τὰ φίλτατα (Euripides' Medea 16) → but now their love is all turned to hate, and endearment withers
τοπομαχῶ, -έω, ΝΜΑ
διεξάγω μάχη από οχυρή και απρόσβλητη θέση
αρχ.
μάχομαι για να καταλάβω οχυρή θέση («τοπομαχεῖν περὶ τῆς στάσεως», Διόδ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < τόπος + -μαχῶ (< -μάχος < μάχομαι), πρβλ. ναυμαχώ].