Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

χρυσομάλλικο

From LSJ
Revision as of 07:57, 15 May 2023 by Spiros (talk | contribs) (Created page with "{{grml |mltxt=χρυσομάλλης, χρυσομάλλα, χρυσομάλλικο, θηλ. και χρυσομαλλού και χρυσομαλλούσα...")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Οὔτ' ἐν φθιμένοις οὔτ' ἐν ζωοῖσιν ἀριθμουμένη, χωρὶς δή τινα τῶνδ' ἔχουσα μοῖραν → Neither among the dead nor the living do I count myself, having a lot apart from these

Euripides, Suppliants, 968

Greek Monolingual

χρυσομάλλης, χρυσομάλλα, χρυσομάλλικο, θηλ. και χρυσομαλλού και χρυσομαλλούσα, Ν
αυτός που έχει ξανθά και λαμπερά μαλλιά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χρυσ(ο)- + -μάλλης (< μαλλί), πρβλ. σγουρομάλλης].