μεσόβραχυς
From LSJ
Δίκαιος ἐὰν ᾖς, πανταχοῦ τῷ τρόπῳ χρήσῃ νόμῳ († λαληθήσῃ) → Si iustus es pro lege tibi mores erunt → Bist du gerecht, ist dein Charakter dir Gesetz (wirst du in aller Munde sein)
English (LSJ)
υ, having a short syllable in the middle, name of the foot, Diom.p.481 K.
Greek (Liddell-Scott)
μεσόβραχυς: ποὺς ἐν τῇ μετρ. ἐκ δύο μακρῶν καὶ βραχείας καὶ δύο μακρῶν, χρόνων ἐννέα, Diom. ἐν Gram. Lat. ed. Keil I, σ. 481.
Greek Monolingual
μεσόβραχυς, -υ (Α)
(για μετρικούς πόδες) αυτός που αποτελείται από δύο μακρές, μία βραχεία, δύο μακρές συλλαβές, δηλ. --∪--.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μεσ(ο)- + βραχύς.