καταπληκτέον
From LSJ
τὸ τῶν νικητόρων στρατόπεδον → Victorious Legion
English (LSJ)
οὐ κ. one must not be terrified, Din.1.108.
Greek (Liddell-Scott)
καταπληκτέον: ῥημ. ἐπίθ. τοῦ καταπλήσσω, (ἐπί παθ. σημασ.) Δείναρχ. 103, 45· πρβλ. ἀρκτέον ΙΙ.
τὸ τῶν νικητόρων στρατόπεδον → Victorious Legion
Full diacritics: καταπληκτέον | Medium diacritics: καταπληκτέον | Low diacritics: καταπληκτέον | Capitals: ΚΑΤΑΠΛΗΚΤΕΟΝ |
Transliteration A: kataplēktéon | Transliteration B: kataplēkteon | Transliteration C: kataplikteon | Beta Code: kataplhkte/on |
οὐ κ. one must not be terrified, Din.1.108.
καταπληκτέον: ῥημ. ἐπίθ. τοῦ καταπλήσσω, (ἐπί παθ. σημασ.) Δείναρχ. 103, 45· πρβλ. ἀρκτέον ΙΙ.