ἀντέξοδος
From LSJ
περὶ οὐδὲν γὰρ οὕτως ὑπάρχει τῶν ἀνθρωπίνων ἔργων βεβαιότης ὡς περὶ τὰς ἐνεργείας τὰς κατ' ἀρετήν → since none of man's functions possess the quality of permanence so fully as the activities in conformity with virtue
English (LSJ)
ἡ, a military movement, τὰς δι' ἀλλήλων ἀ. καὶ εἰσόδους Onos.10.2.
Spanish (DGE)
-ου, ἡ
pase, cruce de unas filas de soldados con otras, como ejercicio de instrucción τὰς δι' ἀλλήλων ἀντεξόδους καὶ εἰσόδους Onas.10.2.
Greek Monolingual
η (AM ἀντέξοδος)
αντεπίθεση από φρούριο ή οχυρωμένη περιοχή.