ὑπότευξις
From LSJ
English (LSJ)
-εως, ἡ, rejoinder, reply, S.E.M.9.251.
Russian (Dvoretsky)
ὑπότευξις: εως ἡ возражение, ответ Sext.
Greek (Liddell-Scott)
ὑπότευξις: -εως, ἡ, ἀπόκρισις, ἀπάντησις, Σέξτ. Ἑμπ. περὶ Μ. 9. 251.
Greek Monolingual
-εύξεως, ἡ, Α ὑποτυγχάνω
απάντηση.