δαϊκτός

From LSJ
Revision as of 12:22, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Πανήγυριν νόμιζε τόνδε τὸν βίον → Mercatum crede tempus hoc, quod vivitur → Als eine Festversammlung sieh dies Leben an

Menander, Monostichoi, 444
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δᾰϊκτός Medium diacritics: δαϊκτός Low diacritics: δαϊκτός Capitals: ΔΑΪΚΤΟΣ
Transliteration A: daïktós Transliteration B: daiktos Transliteration C: daiktos Beta Code: dai+kto/s

English (LSJ)

δαϊκτή, δαϊκτόν, to be slain, Orph.A. 976.

Spanish (DGE)

-ή, -όν que corroe φθόνος Anacreont.42.10.

German (Pape)

[Seite 514] zu vernichten, Orph. Arg. 919, l. d.

Greek (Liddell-Scott)

δᾰϊκτός: -ή, -όν, ῥηματ. ἐπίθ. τοῦ δαΐζω, ὁ δυνάμενος νὰ φονευθῇ, Ὀρφ. Ἀργ. 974.

Greek Monolingual

δαϊκτός, -ή, -όν (Α)
αυτός που είναι δυνατόν να φονευθεί.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δαΐζω (Ι).
ΣΥΝΘ. (Β' συνθετικό) αδάικτος, ανδροδάικτος, αρτιδάικτος, αυτοδάικτος, ημιδάικτος, λουτροδάικτος, πυργοδάικτος, χειροδάικτος, ωμοδάικτος].