Καιροῦ τυχὼν καὶ πτωχὸς ἰσχύει μέγα → Mendicus etiam saepe valet in tempore → Zur rechten Zeit vermag sogar ein Bettler viel
Full diacritics: μεσούριον | Medium diacritics: μεσούριον | Low diacritics: μεσούριον | Capitals: ΜΕΣΟΥΡΙΟΝ |
Transliteration A: mesoúrion | Transliteration B: mesourion | Transliteration C: mesoyrion | Beta Code: mesou/rion |
τό, Ion. for Μεσόριον, boundary, D.P.17.
[Seite 140] τό, ion. = μεσόριον, D. Per. 17.
μεσούριον: τό, Ἰων. ἀντὶ μεσόριον, μεθόριον, Διον. Π. 17.
μεσούριον και μεσόριον, τὸ (Α) μέσορος
ιων. τ. όριο μεταξύ δύο τόπων, το μεθόριο.