μαγεῖον
From LSJ
τὸ πεπρωμένον γὰρ οὐ μόνον βροτοῖς ἄφευκτόν ἐστιν, ἀλλὰ καὶ τὸν οὐρανόν ἔχουσι → fate is unavoidable not only for mortals, but also for those who hold the heavens
English (LSJ)
τό, (μάσσω) = ἐκμαγεῖον, Longin.32.5.
Greek (Liddell-Scott)
μᾰγεῖον: τό, (μάσσω) = τῷ συνηθεστέρῳ ἐκμαγεῖον, Λογγῖν. 32. 5.
Greek Monolingual
μαγείον, τὸ (Α) μαγεύς
εκμαγείο («τον γε μὴν σπλῆνα τῶν ἐντὸς μαγεῖον, ὅθεν πληρούμενος τῶν ἀποκαθαιρομένων μέγας καὶ ὕπουλος αὔξεται», Λογγίν.).
German (Pape)
τό, = ἐκμαγεῖον, Longin. 32.5.