περιφαντάζομαι

From LSJ
Revision as of 07:31, 10 April 2024 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "theilen" to "teilen")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Μὴ φῦναι τὸν ἅπαντα νικᾷ λόγον → Not to be born is, past all prizing, best.

Sophocles, Oedipus Coloneus l. 1225

German (Pape)

[Seite 598] oberflächlich betrachten, nach der Erscheinung beurteilen, ohne in das Wesen einzudringen, Simplic., im Gegensatz des κατακρατεῖν τῆς οὐσίας.

Greek (Liddell-Scott)

περιφαντάζομαι: ἀποθ., σχηματίζω φαντασιώδη ἔννοιαν πράγματός τινος, περιφαντάζεσθαι τὰ πράγματα καὶ μὴ κατακρατεῖν αὐτῶν τῆς οὐσίας Σιμπλίκ. εἰς Ἐπίκτ. σ. 417.

Greek Monolingual

Α
κάνω φαντασιώσεις για κάτι, εξετάζω επιπόλαια κάτι.