παραγραμμίζω τὰ τῶν θεῶν ὀνόματα → miswrite the gods' names
[Seite 882] ίδος, bes. fem. zu σιμβλήϊος; πέτρα σιμβληΐς, eine den Bienen als Bienenstock dienende Felsenhöhle, Ap. Rh. 1, 880; σιμβληΐδες μέλισσαι, Zonas 6 (IX, 226).