Καδμείωνες
From LSJ
ἔκστασίς τίς ἐστιν ἐν τῇ γενέσει τὸ παρὰ φύσιν τοῦ κατὰ φύσιν → what is contrary to nature is any developmental aberration from what is in accord with nature (Aristotle, On the Heavens 286a19)
English (Autenrieth)
the Cadmeians, Thebans, Il. 4.391, 385.
French (Bailly abrégé)
ων (οἱ) : c. Καδμεῖοι.
Russian (Dvoretsky)
Καδμείωνες: οἱ Hom. = Καδμεῖοι.
Greek Monolingual
Καδμειῶνες και Καδμείωνες, οἱ (Α) Κάδμος
Καδμείοι, οι παλαιοί κάτοικοι τών Θηβών.